Την περασμένη εβδομάδα, ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος παρουσίασε το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο λειτουργεί ως οδηγός για την πορεία της χώρας όσον αφορά την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών έως το 2050. Αν και έχει τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά, το σχέδιο αυτό έχει ιδιαίτερο λαϊκό ενδιαφέρον καθώς επιβεβαιώνει ότι οι τιμές του ρεύματος στην Ελλάδα θα παραμείνουν υψηλές και αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω, μια τάση που θα διαρκέσει τουλάχιστον 10-20 χρόνια.
Στο πλαίσιο του νέου ΕΣΕΚ, η Ελλάδα προγραμματίζει να επενδύσει στην πράσινη ενέργεια, αυξάνοντας τα φωτοβολταϊκά έργα κατά 430%, τις ανεμογεννήτριες κατά 250% και τα υδροηλεκτρικά έργα κατά 35% έως το 2050. Σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα, ο λιγνίτης θα καταργηθεί πλήρως μέχρι το 2030, με την κατανάλωση φυσικού αερίου (LNG) να αυξάνεται κατά 15% μέχρι τότε και να μειώνεται στη συνέχεια. Εάν όλα αυτά υλοποιηθούν, η ενεργειακή παραγωγή της χώρας αναμένεται να αυξηθεί δραστικά κατά 250% μέχρι το 2050.
Ο Θεόδωρος Σκυλακάκης τόνισε ότι η λέξη-κλειδί για την υλοποίηση αυτών των σχεδίων είναι οι επενδύσεις, οι οποίες θα φτάσουν τα 436 δισ. ευρώ μέχρι το 2050. Αυτές οι επενδύσεις, που ισοδυναμούν με το διπλάσιο του ΑΕΠ της Ελλάδας, θα περιλαμβάνουν έργα σε φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες, υποδομές LNG και δίκτυα για τη μεταφορά της παραγόμενης ενέργειας. Το συνολικό κόστος θα επιβαρύνει τελικά τους καταναλωτές, καθώς οι ενεργειακές επιχειρήσεις θα μεταφέρουν το κόστος στους λογαριασμούς τους.
Μια πρόβλεψη που αποτυπώνεται στο νέο ΕΣΕΚ είναι ότι οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα παραμείνουν υψηλές για πολλά χρόνια. Αναμένεται η χονδρεμπορική τιμή να κυμανθεί από 145 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2025, στα 108 ευρώ το 2045, με μια πιθανή μείωση στα 95 ευρώ το 2050, επίπεδο που ήδη καταγράφηκε πριν μερικά χρόνια. Παράλληλα, οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις για τη στήριξη των δικτύων θα αυξηθούν, γεγονός που θα επιβαρύνει περαιτέρω τον καταναλωτή.
Όσον αφορά τη χρήση λιγνίτη, το ΕΣΕΚ καθορίζει τα μακροπρόθεσμα σχέδια των ευρωπαϊκών χωρών για τη μείωση των εκπομπών CO2 και τη στήριξη της πράσινης μετάβασης. Ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση προέβλεπε τον τερματισμό του λιγνίτη το 2038, η υφιστάμενη κυβέρνηση τόνωσε την επιτάχυνση αυτής της διαδικασίας το 2023. Παρά τις συστάσεις για την εκ νέου χρήση του λιγνίτη κατά τη διάρκεια των κρίσιμων στιγμών, οι φορείς του Υπουργείου Ενέργειας παρέμειναν προσηλωμένοι στο φυσικό αέριο.
Η εγκατάσταση της σύγχρονης λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5 αποτελεί ένα από τα μεγάλα ζητήματα, καθώς ορίζεται ως σφάλμα του παρελθόντος, παρόλο που η μονάδα έχει χαμηλότερο κόστος παραγωγής από τους σταθμούς φυσικού αερίου. Στην περίπτωση του φυσικού αερίου, ωστόσο, προκύπτουν επιπλέον έξοδα, όπως το εμπορικό έλλειμμα.
Πηγή: documentonews.gr