Προβληματισμός επικρατεί μετά την επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ, η οποία πραγματοποιήθηκε την 1η Οκτωβρίου, με φόβους για τις συνέπειες στην παγκόσμια αγορά ενέργειας. Ωστόσο, η κατάσταση επιδεινώνεται λόγω δεδομένων που αφορούν ενδεχόμενες ιρανικές αντεπίθεσεις, κυρίως κατά των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στην περιοχή. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, οι τιμές του αργού πετρελαίου θα μπορούσαν να εκτοξευτούν στα ύψη.
Το Ιράν, ως σημαντικός παραγωγός πετρελαίου παγκοσμίως, εξάγει το 50% της ημερήσιας παραγωγής του, η οποία τον Αύγουστο ξεπέρασε τα 3,3 εκατομμύρια βαρέλια, γεγονός που υπογραμμίζει τη στρατηγική του σημασία για τις διεθνείς αγορές. Έτσι, η κλιμάκωση της συγκρούσεως μεταξύ Ιράν και Ισραήλ ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις και στην οικονομία των χωρών που εξαρτώνται από την ιρανική παραγωγή.
Μετά την εκτόξευση ρωσικών πυραύλων, οι τιμές του πετρελαίου παρουσίασαν αύξηση, φτάνοντας σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί πρόσφατα. Συγκεκριμένα, οι τιμές του Brent και του WTI σημείωσαν αύξηση 2,9% και 3,5% αντίστοιχα, εν μέσω ανησυχιών για διακοπή της παραγωγής. Παράλληλα, οι απειλές του Ιράν για αντίποινα, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων σε Σαουδική Αραβία και Κουβέιτ, προσθέτουν επιπλέον πίεση στις τιμές.
Παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις, οι πιέσεις από την υπερπαραγωγή στις ΗΠΑ και η στροφή προς την πράσινη ενέργεια ενδέχεται να προσφέρουν μια σχετική σταθερότητα στις τιμές. Επιπλέον, νέες πολιτικές από την Κίνα μπορεί να βελτιώσουν τις προοπτικές ζήτησης, καθώς η χώρα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου παγκοσμίως.
Τέλος, οι επιπτώσεις στην αγορά πετρελαίου εξαρτώνται από την αντίδραση των ΗΠΑ και από τις ενδεχόμενες στρατηγικές που θα επιλέξουν οι χώρες της περιοχής. Καθώς η κατάσταση εξελίσσεται, η αγορά παρακολουθεί με ανησυχία τις εξελίξεις, ελπίζοντας παράλληλα ότι οι εντάσεις δεν θα ξεφύγουν από τον έλεγχο.
Πηγή: documentonews.gr